.

.
Ολόκληρο το κείμενο
Εισαγάγοντας το ειδικό τεύχος La Grèce à la Croisée des chemins της επιθεώρησης le Sud,το κείμενο αυτό –εκτός από την παρουσίαση των άλλων συμβολών, αποσκοπεί στη συνοπτική, πλην συνεκτικά συνθετική, παρουσίαση του φαινομένου της «κρίσης». Ο κατακερματισμός της πραγματικότητας, η απο-πλαισίωση των επιλεκτικών αφηγήσεων περί
αυτή νόχι μόνο δεν φωτίζουν το πρόβλημα, αλλά –το ακριβώς αντίθετο- το συσκοτίζουν. Μείζον θέμα εδώ είναι η ακριβής φύση της και οι μηχανισμοί που την προκάλεσαν. Λέγεται συχνά ότι η «κρίση» δεν είναι απλώς ελληνική αλλά διεθνής. Γίνονται όμως πραγματικά κατανοητές οι προεκτάσεις αυτής της διαπίστωσης; Αν όχι, κινδυνεύουμε με απώλεια προσανατολισμού και παλινδρόμηση στο επουσιώδες. Το βασικό επιχείρημα του κειμένου μπορεί να συνοψιστεί ως εξής
Είναι γενικά γνωστό ότι το τέλος της μεταπολεμικής άνθησης, στα μέσα της δεκαετίας του ’70, οδήγησε στη σταδιακή, πλην γενικευμένη, συρρίκνωση τoυ μεριδίου της εργασίας (την περίοδο 1975-2005 κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες του παγκόσμιου ΑΕΠ). Αποκαλύφθηκε έτσι ότι, σε αντίθεση με τις έωλες δοξασίες του περί «τρίτου δρόμου» κτλ, ο μόνος πραγματικά συμβατός με το σύστημα τρόπος για την αντιμετώπιση της περίφημης «δημοσιονομικής κρίσης του Κράτους Πρόνοιας» ήταν η σταδιακή αποκαθήλωσή του – δηλαδή το νεοφιλελεύθερο σύνδρομο (περιστολή δαπανών, ιδιωτικοποιήσεις, ευελιξία). Η εξέλιξη αυτή επέφερε, βέβαια, οικονομική δυσπραγία στους εργαζόμενους· δυσχέρανε όμως, ταυτόχρονα, και την πραγμάτωση του οφέλους της εκμεταλλευτικής σχέσης για το κεφάλαιο (valorization of capital): όταν ολοένα διευρυνόμενα τμήματα του πληθυσμού (ως καταναλωτές) αδυνατούν να αγοράσουν τα αγαθά που παράγουν, αδυνατεί και ο εργοδότης να καρπωθεί την απλήρωτη εργασία (την υπεραξία) που τυπικά ιδιοποιείται στο πλαίσιο της παραγωγικής διαδικασίας. Στο σημείο αυτό είναι που ξεκινά και η προϊούσα «χρηματιστικοποίηση» της οικονομίας (financialization) – σύμφωνα με τον Harvey, ένα εγχείρημα de facto πλήρωσης του χάσματος ανάμεσα σε αυτό που οι εργαζόμενοι των συρρικνούμενων απολαβών είναι σε θέση να καταναλώσουν και σε αυτό που απαιτείται να καταναλώνουν προκειμένου να διατηρείται η κερδοφορία του κεφαλαίου (και να έχουν νόημα οι παραγωγικές επενδύσεις). Καθώς ολοένα και μεγαλύτερο τμήμα των δημόσιων αγαθών ιδιωτικοποιήθηκαν, αυξήθηκαν και τα χρέη της λαϊκής οικογένειας (για κατοικία, υγεία, παιδεία κτλ) – στις ΗΠΑ, μεσοσταθμικά, από $40.000 το 1980 σε $130.000 το 2007!
Για ένα διάστημα, ο μαζικός δανεισμός σε μη αξιόχρεους πιστολήπτες –τόσο σε στρώματα χαμηλών εισοδημάτων που υφίστανται απηνή εκμετάλλευση όσο και σε κράτη με διεφθαρμένες ελίτ (όπως κατεξοχήν η Ελλάδα, όπου η διαπλεκόμενη «ιδιωτική πρωτοβουλία» επί χρόνια ξεζούμιζε τον προϋπολογισμό υποδυόμενη τον «εκσυγχρονισμό»)- υπήρξε λειτουργικός: έδινε την εντύπωση ότι όλα πήγαιναν κατ’ ευχήν, ίσως και ότι πράγματι είχε φτάσει το διαβόητο «τέλος της Ιστορίας». Ήταν, βέβαια, όλα «φούσκες» που όταν -αναπόφευκτα (από το 2007 και μετά)- άρχισαν να σκάνε, οι κυβερνήσεις έσπευσαν να σώσουν τους άρπαγες τραπεζίτες (που δάνειζαν σκεπτόμενοι –ακριβώς- την αρπαγή), δαπανώντας για τον σκοπό αυτό, στο διάστημα 2008-09, το ιστορικά πρωτοφανές ποσό των $20 τρισ. Δεν τα απέσπασαν βέβαια από τα κέρδη του κεφαλαίου, αλλά κυριολεκτικά ληστεύοντας τους φορολογούμενους.
Επί της ουσίας, η ελληνική κρίση δεν είναι διαφορετική: με ευθύνη της κυρίαρχης κοινωνικοπολιτικής και μιντιακής συμπαιγνίας, η ελληνική κοινωνία βρίσκεται σήμερα στην ίδια θέση με όσους έχαναν τα σπίτια τους στις ΗΠΑ την περίοδο της κρίσης των ενυπόθηκων δανείων. Καθίσταται καθημερινά πρόδηλο ότι η λιτότητα των Μνημονίων προκαλεί και άλλη λιτότητα. Το μείζον θέμα είναι αλλού: καθώς η νεοφιλελεύθερη πολιτική δεν λειτουργεί (για την ακρίβεια επιδεινώνει την υποκατανάλωση των λαϊκών στρωμάτων που δομικά πυροδότησε την κρίση) και οι ελλειμματικές δαπάνες απλώς δεν υφίστανται ως εναλλακτική, η κρίση καθίσταται συστημική και, στο πλαίσιο του συστήματος, αξεπέραστη. Μοιραία και ο καπιταλισμός, με διάφορα προσχήματα, στρέφεται στον οικείο γι” αυτόν τρόπο διαχείρισης των κρίσεων: τη μαζική καταστροφή παραγωγικού δυναμικού, τον πόλεμο! Όταν δεν είναι πόλεμος διακρατικός, με σφαίρες και κανόνια, είναι πόλεμος εναντίον των κοινωνιών, με εξαθλίωση και χημικά. Διέξοδος από αυτόν τον σπειροειδή εφιάλτη δεν μπορεί να υπάρξει αν δεν συνειδητοποιήσουμε πάραυτα και σφαιρικά τις ακριβείς συντεταγμένες του προβλήματος και –προπαντός- τις απορρέουσες πολιτικές συνέπειες.